- περιστήθιον
- περιστήθιονbreastbandneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
περιστηθίου — περιστήθιον breastband neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιστήθιο — το / περιστήθιος, ον, ΝΑ νεοελλ. 1. ένδυμα που φορούν οι γυναίκες εσωτερικά και περιβάλλει το στήθος τους, στηθόδεσμος, κν. σουτιέν 2. (σχετικά με ιπποσκευή) το προστερνίδιο, η μπροστινέλα αρχ. 1. ως επίθ. αυτός που τοποθετείται γύρω από το… … Dictionary of Greek
ԼԱՆՋԱՆՈՑ — (ի, աց.) NBH 1 0879 Chronological Sequence: Unknown date, 6c, 12c գ. περιστήθιον pectorale. Վակաս լանջաց քահանայապետին, որ եւ Տախտակ կամ Բանակ կոչէր: *Յաղագս լանջանոցին, եւ երկու ականցն, որ ի վերայ գլխոց ուսոցն. Փիլ. քհ. ՟Գ. որ է որպէս փորուրար… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ԿՐԾԱՆՈՑ — (ի, աց.) NBH 1 1134 Chronological Sequence: 6c, 13c գ. περιστήθιον pectorale λογεῖον rationale. ռմկ. կրծեալ, կրծքկալ. թ. ... Պահպանակ կրծոց. լանջապանակ. եւ Տախտակն դատաստանաց ʼի լանջս քահանայապետին. որ եւ կոչի բանակ. *Ի տախտակն դատաստանաց ʼի… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)